Δευτέρα 24 Αυγούστου 2009

Η ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΕΛΛΟΝΤΟΣ ΗΛΙΟΥ - ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΙΙ

Την εικόνα μιας μελλοντικής Ελλάδας (ή αυτής ενός παράλληλου παρόντος) σκιαγραφεί στο πρώτο του μυθιστόρημα ο Δημήτρης Οικονόμου. Μιας χώρας όπου έχει εδραιωθεί η Δημοκρατία της Δημόσιας Αισθητικής, θεμελιωμένη στο σύστημα Τριών Θεμελιωδών Αρχών, του Σεξ, της Κοινωνικότητας και της Επίδειξης, με σκοπό βεβαίως τη χειραγώγηση του πολίτη και την αποκοπή του από καθετί το δημιουργικό. Υπάρχουν αντιστάσεις; Σχεδιασμένο «αρχιτεκτονικά» (ο συγγραφέας είναι πολιτικός μηχανικός στο επάγγελμα) και χτισμένο αφηγηματικά σε πολλαπλά επίπεδα, το βιβλίο του Οικονόμου είναι κάτι παραπάνω από ένα απλώς ελπιδοφόρο λογοτεχνικό ντεμπούτο.

Θανάσης Μήνας ATHENS VOICE , 9-7-2009

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2009

Η πόλη του αναστέλλοντος ήλιου - κριτικές

Γιώργος Ξενάριος, περιοδικό Διαβάζω τεύχος 497 μηνός Ιουνίου 2009:

Ο τρόμος της νεώτερης γενιάς για έναν αφόρητα ομογενοποιημένο κόσμο εντείνεται. Δεν εξηγείται διαφορετικά το γεγονός ότι έχουν πυκνώσει θεαματικά τα μυθιστορήματα νεότερων συγγραφέων που, κατατασσόμενα οικεία βουλήσει σ’ένα μελλοντολογικό πλαίσιο και υιοθετώντας μια μετα-καταστροφική ατμόσφαιρα , επιχειρούν, ακριβώς, να αναδείξουν τη σφραγίδα της ατομικότητας, χωρίς παράλληλα να υποτιμούν τη συλλογικότητα.
Σ αυτή την κατηγορία εντάσσεται και Η πόλη του αναστέλλοντος ήλιου του Δημήτρη Οικονόμου. Ο 35χρονος συγγραφέας δανείζεται στοιχεία από την πλούσια σχετική αγγλοσαξονική παράδοση, για να τα μεταφέρει στα καθ΄ημάς. Με κεντρικό άξονά του το πρόσωπο του επιτυχημένου αρχιτέκτονα της Νέας Εποχής Ζώη Δαμιανού συστήνει μια αλληγορική μετα-καταστροφική αφήγηση, βασιζόμενη, αφενός στην «πραγματική» ζωή και κίνηση των ηρώων του και, αφετέρου, στην «εικονική» εφιαλτική και ασφυκτική ατμόσφαιρα μιας απολύτως ρυθμιζόμενης και ετεροκαθοριζόμενης κοινωνίας. Ο συγγραφέας του Αναστέλλοντος ήλιου συνθέτει το μυθιστόρημά του γύρω από ένα καλά οργανωμένο αφηγηματικό σχέδιο: με μικρή, ελεγχόμενη ροή πληροφοριών προς τον αναγνώστη ετοιμάζει το έδαφος πάνω στο οποίο θα κινήσει τα πρόσωπά του. Επινοώντας εύστοχα μια εξουσία που κατά τα προφανή πολιτικά χαρακτηριστικά της, στοχεύει πρωτίστως στην αστυνόμευση του συλλογικού φαντασιακού και δευτερευόντως σε αυτή καθεαυτή την πολιτική και κοινωνική πράξη, θέτει ταυτόχρονα και το στόχο της δικής του αφήγησης: τη συγκρότηση μιας πολιτικής της ανατροπής, στόχος που υπηρετείται ασυγκρίτως καλύτερα από μια φαντασιακή ρύθμιση παρά από μια αμιγώς και προφανώς ακτιβιστική δράση.
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ, για να επιτύχει τον ίδιο στόχο , ο συγγραφέας χρησιμοποιεί πολλά από τα στοιχεία που, παραδοσιακά, συγκροτούν αυτή την ποιητική: χιούμορ, σάτιρα, ειρωνεία, σαρκασμός, γκροτέσκο επιστρατεύονται, προκειμένου να βληθούν ένα σωρό ευρέως κυκλοφορούντα στερεότυπα της εποχής μας: «ομορφιά», «ευεξία», «ευτυχία», «θετική σκέψη» κλπ βρίσκονται διαρκώς στο στόχαστρο του Οικονόμου.
ΕΝΤΟΥΤΟΙΣ, την αποτελεσματικότητα της υπό μορφήν μυθιστορήματος κριτικής, που επιχειρεί να ασκήσει ο συγγραφέας, την υπονομεύει η υπερβολική σχηματικότητα που διαποτίζει όλο το βιβλίο. Σε όλο το μήκος του οι «καλές» ευγενείς ιδέες σαρκώνονται σε θετικούς ήρωες (και αντιστοίχως οι «κακές» σε αρνητικούς). Οι χαρακτήρες του μυθιστορήματος μοιάζουν να αντλούν την ύπαρξή τους από την ανάγκη να διατυπωθούν οι, προτερόχρονες, ιδέες του συγγραφέα. Σε μια – αρνητικότατη για τα δεδομένα του μυθιστορήματος- ομοφωνία και ομοχρωμία, οι ιδέες μοιάζουν να γεννούν τους ήρωες και όχι οι ήρωες τις ιδέες.
ΜΟΛΟΝΟΤΙ, όμως, αυτόν το σκόπελο – σύμφυτο σε κάθε αλληγορική αφήγηση – δεν μπόρεσε να τον παρακάμψει, ο συγγραφέας του Αναστέλλοντος ήλιου δείχνει να διαθέτει αρετές, ανάμεσα στις οποίες η στιβαρότητα της αφήγησης δεν είναι η μικρότερη.